Created by: Kizsok
Number of Blossarys: 1
- English (EN)
- French (FR)
- Thai (TH)
- Polish (PL)
- Italian (IT)
- Bulgarian (BG)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Indonesian (ID)
- Estonian (ET)
- Spanish (ES)
- Russian (RU)
- Filipino (TL)
- Farsi (FA)
- Romanian (RO)
- Serbian (SR)
- Arabic (AR)
- Hindi (HI)
- Kazakh (KK)
- Dutch (NL)
- Chinese, Traditional (ZT)
- Turkish (TR)
- Japanese (JA)
- Greek (EL)
- Hungarian (HU)
- Macedonian (MK)
- Lithuanian (LT)
- Spanish, Latin American (XL)
- Latvian (LV)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Malay (MS)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Armenian (HY)
- Vietnamese (VI)
- Tamil (TA)
- Latin (LA)
- Bosnian (BS)
- Slovenian (SL)
- Croatian (HR)
- Czech (CS)
- English, UK (UE)
- Bengali (BN)
- Georgian (KA)
- French (FR)
- Thai (TH)
- Polish (PL)
- Italian (IT)
- Bulgarian (BG)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Indonesian (ID)
- Estonian (ET)
- Spanish (ES)
- Russian (RU)
- Filipino (TL)
- Farsi (FA)
- Romanian (RO)
- Serbian (SR)
- Arabic (AR)
- Hindi (HI)
- Kazakh (KK)
- Dutch (NL)
- Chinese, Traditional (ZT)
- Turkish (TR)
- Japanese (JA)
- Greek (EL)
- Hungarian (HU)
- Macedonian (MK)
- Lithuanian (LT)
- Spanish, Latin American (XL)
- Latvian (LV)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Malay (MS)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Armenian (HY)
- Vietnamese (VI)
- Tamil (TA)
- Latin (LA)
- Bosnian (BS)
- Slovenian (SL)
- Croatian (HR)
- Czech (CS)
- English, UK (UE)
- Bengali (BN)
- Georgian (KA)
Kai kurie premijos, garbės, arba naudos konkursą. Statybos pramonėje yra architektūros konkurencija yra tarp architektų gauti prizą konceptualus darbui, užsakymą sukurti pastato.
Ένας διαγωνισμός για κάποιο βραβείο, τιμητική διάκριση, ή όφελος. Στην οικοδομική βιομηχανία ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός είναι ένας διαγωνισμός μεταξύ αρχιτεκτόνων με τίμημα ένα βραβείο ή μια ανάθεση έργου.
Komercinė organizacija, kuri teikia paslaugų architektūra. Ji oftens renka kelias architektų.
Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες.
specialią procedūrą generuoti konkuruojančių pasiūlymų iš skirtingų pirkėjų nori gauti apdovanojimą veiklos architektūra, dizainas, miesto planavimo ar kraštovaizdžio architektūra.
Ειδική διαδικασία για την υποβολή ανταγωνιστικών προσφορών από διαφορετικούς υποψηφίους που επιθυμούν να εκτελέσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα της αρχιτεκτονικής, του σχεδιασμού, της πολεοδομίας ή της αρχιτεκτονικής τοπίου.
Darbuotojas, turintis specialių įgūdžių statybos pramonėje. Statybininkas gali būti mason, elektrikas, santechnikas, dailininkas, dailidė...
Ο εργαζόμενος που διαθέτει ειδικές ικανότητες στην οικοδομική βιομηχανία. Ένας οικοδόμος μπορεί να είναι κτίστης, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, μπογιατζής, ξυλουργός ...
Mediena yra labai medžiai, o kartais kitų pluoštinių augalų, panaudotas statybos Kada sumažinti arba suspaustas į tašai ir mediena: lentos, lentos ir panašių medžiagų.
Το ξύλο είναι προϊόν που προέρχεται από δέντρα ή και άλλα ινώδη φυτά, και χρησιμοποιείται για κατασκευαστικούς σκοπούς, όταν κοπεί ή συμπιεστεί σε ξυλεία και ξύλο, όπως σανίδες, μαδέρια και παρόμοια υλικά.
Betonas yra sudėtinis statybinė medžiaga iš bendra suma ir pvz., cemento rišiklio derinys.
Το σκυρόδεμα είναι ένα σύνθετο δομικό υλικό που προέρχεται από το συνδυασμό αδρανών υλικών και ενός συνδετικού υλικού, όπως το τσιμέντο.
Dailidė (statybininkas) yra kvalifikacijos craftsperson, kuris atlieka Staliaus. Dailidės dirbti su medienos statyti, įdiegti ir prižiūrėti pastatų, baldų ir kitų objektų. Darbas gali būti rankinio darbo ir dirbti lauke.
Ένας ξυλουργός (οικοδόμος) είναι ένα εξειδικευμένο τεχνίτης που ασκεί την ξυλουργική. Οι ξυλουργοί δουλεύουν με το ξύλο για να κατασκευάσουν, να εγκαταστήσουν και να συντηρούν κτίρια, έπιπλα και άλλα αντικείμενα. Η εργασία τους μπορεί να περιλαμβάνει χειρωνακτική εργασία και εργασία σε εξωτερικούς χώρους.
Statybininkas specializuojasi priėmimo stogai, lengvesnės atramos bei išorinis neperpučiamas odos, kaip rasti labiausiai architektūrą.
Ένας οικοδόμος που ειδικεύεται στην κατασκευή στεγών, σκελετού και εξωτερικού πετσώματος, που έχουν εφαρμογή στην αρχιτεκτονική κατοικιών.
Įrašą dėl nuosavybės, laikymo arba kitų teisių į žemę pateiktų dokumentus, pavadinimas, palengvinti sandorius ir išvengti neteisėto išmetimo, žurnalui valstybinėje ar padalinio.
Μητρώο που καταγράφει την κυριότητα, την κατοχή ή άλλα δικαιώματα σε γη, με σκοπό να αποδεικνύει την κυριότητα, να διευκολύνει τις συναλλαγές και να αποτρέπει την παράνομη διάθεση. Συνήθως εκδίδεται από ένα κυβερνητικό οργανισμό ή υπηρεσία.
1. (usually plural) namų įranga ir prietaisai 2. priėmimo arba tampa tinkama, reguliavimo prie aplinkybių
1. (Συνήθως στον πληθυντικό), επίπλωση και εξοπλισμός 2. το να φτιάχνεις ή να καθιστάς κατάλληλο, το να προσαρμόζεσαι στις περιστάσεις.
administracinės ar kitais tikslais padalyti regioną
μια περιοχή που έχει σημανθεί για διοικητικούς ή άλλους σκοπούς
1. įsikūręs Vietovė ar būdinga miesto ar miesto gyvenimą. 2., susijusius su arba atitinkamos su miesto ar Tankiai apgyvendinta Vietovė.
1.Ευρισκόμενος ή χαρακτηριστικός μιας πόλης ή της ζωής στην πόλη. 2. Σχετικός με μια πόλη ή με μια πυκνοκατοικημένη περιοχή.
1. susiję su kaimo vietovių 2. gyvena ar savybė, užsiimančius ūkininkavimu arba šalies gyvenime
1. σχετικός με αγροτικές περιοχές 2. που κατοικεί ή που έχει χαρακτηριστικά καλλιέργειας ή επαρχιώτικης ζωής
Miesto valdžia administracinėse patalpose
Τα διοικητικά γραφεία μιας δημοτικής διακυβέρνησης.
Yra mokslas už miesto planavimo, kad yra atnaujinimas transportas, gyvenimas, būsto miesto.
Ένας μηχανικός αρμόδιος για την πολεοδόμηση, δηλαδή για τη την αναβάθμιση των μεταφορών, της ζωής, της στέγασης σε μια πόλη.
Mokslas, organizuojantis funkcijos kraštovaizdžio arba sodą patraukliai. Jis talpina kraštovaizdžio pagal istoriją, plotas, joje esančių pastatų, jo plotas.
Ένας μηχανικός που διευθετεί με ελκυστικό τρόπο τα χαρακτηριστικά του τοπίου ή του κήπου. Προσαρμόζει το τοπίο, σύμφωνα με την ιστορία της περιοχής, τα υπάρχοντα κτίρια, το σκοπό της περιοχής.
Architektūros konkursą nugalėtojas gauna pavesta įgyvendinti išankstinį architektūros projektą.
Ο νικητής ενός διαγωνισμού αρχιτεκτονικής παίρνει την εντολή να υλοποιήσει ένα αρχιτεκτονικό έργο.
Oficialią architektų, kurių tikslas yra informuoti ir rašyti tekstai, kurie reglamentuoja profesijos organizacijai.
Μια επίσημη οργάνωση αρχιτεκτόνων, που στόχο έχει να ενημερώνει και να παράγει κείμενα που διέπουν το επάγγελμα.
Procesas, planavimo, organizuoti, įskaitant darbuotojus, vadovavimas ir kontroliuoti gamybą, pastato.
Η διαδικασία του σχεδιασμού, της οργάνωσης, στελέχωσης, διεύθυνσης και ελέγχου της παραγωγής ενός κτιρίου.
Bet merga, kurių imasi arba bandė. Architektūros projekto yra naudojamas pavadinti pastato realizavimo.
Κάθε εργασία που έχει αναληφθεί ή επιχειρείται να αναληφθεί. Στην αρχιτεκτονική ο όρος "έργο" χρησιμοποιείται για να κατονομάσει την υλοποίηση ενός κτιρίου.
Aktas dėl darbo, forma, kažkas (kaip darant brėžinį arba struktūra arba planą).
Η πράξη της επεξεργασίας της μορφής (κάνοντας ένα σκίτσο ή το σκιαγραφώντας ένα σχέδιο).
Būsto apstatymo reikmenys, nusikaltimo, kad patalpa arba kitų zonos paruošta užimtumo.
Εξοπλισμός με έπιπλα και όργανα που καθιστούν ένα δωμάτιο ή ένα οποιοδήποτε χώρο έτοιμο προς κατοίκηση.
[reguliuojamo suspaudimo ir atleidimo] viduje ar tinka viduje pastato [n] vidinį arba uždara paviršiaus kažką
[Επίθ] Αυτό που βρίσκεται εντός ή είναι κατάλληλο για το μέσα ενός κτιρίου [ν] η εσωτερική ή κλειστή επιφάνεια κάποιου χώρου
Plieno yra lydinio, kad daugiausia sudaro geležies ir anglies.
Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.
Skalūno yra smulkiais grūdeliais, foliated, vienarūšės metamorphic rock iš yra originalus skalūnų tipo nuosėdinės Rokas, kurį sudaro molio arba Vulkaniniai pelenai per žemos kokybės regionų Metamorfizmas.
Ο σχιστόλιθος είναι ένα λεπτόκοκκο, ομοιογενές μεταμορφωσιγενές πέτρωμα, σε φύλλα, το οποίο προέρχεται από ένα πρωτότυπο αργιλικό ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από άργιλο ή ηφαιστειακή τέφρα, μέσω χαμηλής ποιότητας μεταμορφωσιγένειας.
Daug namų ar pramoninių pastatų plokštė, remiama fondai arba tiesiogiai submeniu dirvožemio, naudojamas statyti pastatą aukšte
Σε πολλές κατοικίες και σε βιομηχανικά κτίρια μια πλάκα, υποστηριζόμενη από τη θεμελίωση ή τοποθετημένη απευθείας στο έδαφος, χρησιμοποιείται για την κατασκευή του ισογείου ενός κτιρίου.
Atšaka yra išorinio apvalkalo, dengiančio arba apvalkalo House, reiškė, kad patalpų vandens ir apsaugoti nuo oro sąlygų poveikio. Pastato kad naudoja Bocznica, ji gali veikti kaip esminis struktūra estetinės grožio ir tiesioginės įtakos jo turto vertę.
Πέτσωμα είναι το εξωτερικό περίβλημα ή η επένδυση ενός σπιτιού που έχει ως στόχο να απομακρύνει το νερό και να προστατεύει από τις επιπτώσεις του καιρού. Σε ένα κτήριο που χρησιμοποιείται πέτσωμα, μπορεί να λειτουργεί ως βασικό αισθητικό στοιχείο της κατασκευής και να επηρεάζει άμεσα την αξία του ακινήτου του.
Naudojamas nurodyti prekes, laikoma, kad padaryti minimalų ar jokios žalos aplinkai.
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει υλικά που θεωρούνται ότι προκαλούν ελάχιστη ή μηδενική βλάβη στο περιβάλλον.
Apšvietimas turi būti apgalvoto šviesos taikymo pasiekti kai kurie estetinių ar praktinio poveikio. Apšvietimo apima tiek dirbtinės šviesos šaltiniai, pvz., lempos naudojimo ir natūralaus apšvietimo interjeras nuo dienos šviesos.
Ο φωτισμός είναι η εσκεμμένη εφαρμογή του φωτός με σκοπό να επιτευχθεί κάποιο αισθητικό ή πρακτικό αποτέλεσμα. Ο φωτισμός περιλαμβάνει τη συνδυασμένη χρήση τεχνιτών πηγών φωτός όπως λάμπες, αλλά και τον φυσικό φωτισμό των εσωτερικών χώρων από το φυσικό φως.
Dangos yra taikomos objektą, paprastai vadinama padėklo paviršiaus danga. , Daugeliu atvejų dangos taikomos pagerinti paviršiaus substratas, pvz., išvaizdą, sukibties, įgula-galimybės, atsparumo korozijai, dėvėti atsparumo ir nulio atsparumo savybes.
Επίχρισμα είναι μια κάλυψη που εφαρμόζεται στην επιφάνεια ενός αντικειμένου και που συνήθως αναφέρεται ως υπόστρωμα. Σε πολλές περιπτώσεις, τα επιχρίσματα εφαρμόζονται για να βελτιώσουν τις ιδιότητες της επιφάνειας του υποστρώματος, όπως η εμφάνιση, πρόσφυση, υγρό-ικανότητα, την αντίσταση στη διάβρωση, αντοχή στη φθορά και αντοχή στις γρατζουνιές.
Jis sakė pastato, aplinka arba kraštovaizdžio, kad egzistuoja, yra šiuo metu ir kad architekto turi spręsti.
Λέγεται για ένα κτίριο, ένα περιβάλλον ή μια διαμόρφωση που ήδη υφίσταται, είναι υπαρκτό, και με το οποίο πρέπει να ασχοληθεί ο αρχιτέκτονας.
Pastato to yra pastatas (vienas kambarys ar daugiau), kuris buvo įtrauktas į esamas ir originalus kūrimo dalis.
Κτιριακή προσθήκη είναι το τμήμα του κτιρίου (αποτελούμενο από έναν ή περισσότερους χώρους) που έχει προστεθεί στο υφιστάμενο, αρχικό κτίριο.
[reguliuojamo suspaudimo ir atleidimo]: esančiuose ar tinkama gamtoje arba ne pastato # [n] [n]: regioną, kuris yra už kažką
[Επίθ]: Αυτός που βρίσκεται ή που ταιριάζει στον υπαίθριο ή τον εξωτερικό χώρο ενός κτιρίου # [n] [n]: η περιοχή που βρίσκεται έξω από κάτι
Kurios neleidžia pas vandens ir iš kurios išvengti nuotėkių.
Αυτός που δεν επιτρέπει στο νερό να περάσει από μέσα, αυτός που εμποδίζει τις διαρροές.
Pusėje pastato, kuris yra matomas pirmą kartą, arba apskritai pusėje pastato.
Η πλευρά του κτιρίου που φαίνεται πρώτη, ή γενικά μια πλευρά ενός κτηρίου.
Suprojektuoti arba pritaikyti naudoti ar funkcijos.
Σχεδιασμένο για ή προσαρμοσμένο σε μια λειτουργία ή χρήση.
rėmas, kuris palaiko durų arba langą (lango rėmą).
Το πλαίσιο που υποστηρίζει μια πόρτα ή ένα παράθυρο (κάσα παραθύρου).
Ginti kažką aplink jį su medžiaga, kuri sumažina arba neleidžia garso arba šilumos arba elektros energijos perdavimo aktas. Medžiaga šiam tikslui.
Η πράξη με την οποία προστατεύουμε κάτι, τυλίγοντάς το με υλικό που μειώνει ή προλαμβάνει τη μετάδοση του ήχου ή της θερμότητας ή του ηλεκτρισμού. Το υλικό που προορίζεται για το σκοπό αυτό ονομάζεται μόνωση.
Amatininkas, kurie dirba su akmens, plytų, betono. Mūro dažniausiai naudojama pastatų, sulaikančios sienos ir paminklų sienos
Ένας τεχνίτης που δουλεύει με πέτρα, τούβλο, μπετόν. Η τοιχοποιία συνήθως χρησιμοποιείται σε τοίχους κτιρίων, τοίχους αντιστήριξης και σε μνημεία
Darbą, staliaus, gamybos ir detalių su pastatų, kurių medžiagų, pvz., medienos ir aliuminio montavimas.
Το έργο του κουφωματά, η κατασκευή και εγκατάσταση εξαρτημάτων στα κτίρια με υλικά όπως το ξύλο και αλουμίνιο.
Statybinių medžiagų naudojami statybos pramonėje sukurti pastatus ir statinius. , Jie gali būti fiziniai: medienos, kalkių, kanapių, celiuliozės, vilnos ir sintetiniai: plieno, gipso, keramikos, stiklo, plastiko, betono.
Τα δομικά υλικά χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο για τη δημιουργία κτιρίων και κατασκευών. Μπορούν να είναι φυσικά υλικά: ξύλο, ασβέστης, σκοινί, κυτταρίνη, μαλλί, και συνθετικά υλικά: χάλυβας, γύψος, κεραμικό, γυαλί, πλαστικό, τσιμέντο.
1. Aktą patobulinti atnaujinanti ir atkurti 2. Valstybės būtų atstatytos savo buvusios geros būklės.
1. Η πράξη της βελτίωσης μέσω της ανανέωσης και της αποκατάστασης 2. Η κατάσταση επαναφοράς στην πρότερη καλή κατάσταση.
Neišardomai su žemės paviršiaus, arba Orbita, statybos ir jos dalių išdėstymas didelių objektą. Ten gali būti pastatai ir statiniai, nonbuilding, ir dirbtinių, arba gyvūnų pagaminti.
Κάθε μεγάλο αντικείμενο που τοποθετείται μόνιμα στη γήινη επιφάνεια ή στην έκτασή της, ως αποτέλεσμα κατασκευής, καθώς και η διάταξη των μερών της. Μπορεί να υπάρχουν κτιριακές και μη κτιριακές κατασκευές, φτιαγμένες από ανθρώπους ή από ζώα.
Žemės, kaip ir inžinerinės statybos, kurį sudaro pašalinti žemės iš nuolaidžiose vieta taptų lygiu ir horizontaliu žemės kasimo.
Εκσκαφή της γης, όπως κατά την κατασκευή, η οποία συνίσταται στην απομάκρυνση χώματος από ένα κεκλιμένο χώρο με σκοπό να δημιουργήσει ένα επίπεδο και οριζόντιο έδαφος.
Aktas šviežio oro ir atsikratyti Nepadorumas oro aplink uždaroje erdvėje. Mechaninė sistemos pastate, kad šviežio oro.
Η πράξη με την οποία παρέχουμε καθαρό αέρα και απομακρύνουμε τον βρώμικο αέρα από ένα κλειστό χώρο. Ένα μηχανικό σύστημα σε ένα κτίριο που παρέχει καθαρό αέρα.
Pastangos sumažinti energijos, privalo pateikti produktai ir paslaugos tikslas: vietos pabaigos eco-friendly medžiaga, trumpas pastatų projektavimas, įskaitant energiją taupančių windows, laikoma sandariai uždarytame duris, papildomą šilumos izoliacija sienos ir stogas, ventiliacijos, rūsyje plokštes ir fondai gali sumažinti šilumos nuostolių.
Ο στόχος των προσπαθειών για τη μείωση του ποσού της ενέργειας που απαιτείται για την παροχή προϊόντων και υπηρεσιών: ντόπια υλικά, φιλικά προς το περιβάλλον, στεγανός σχεδιασμός κτιρίων που περιλαμβάνει: ενεργειακώς αποδοτικά παράθυρα, καλά σφραγισμένα πόρτες, πρόσθετη θερμική μόνωση τοίχων και οροφής, εξαερισμό, πλάκες υπογείου και θεμέλια που μπορούν να μειώσουν την απώλεια θερμότητας.
Struktūra, remti stogo, grindų ar sienos.
Μια δομή που υποστηρίζει την οροφή, το δάπεδο ή τους τοίχους.
Plieno yra lydinio, kad daugiausia sudaro geležies ir anglies.
Ο χάλυβας είναι ένα κράμα που αποτελείται κυρίως από σίδηρο και άνθρακα.
Komercinė organizacija, kuri teikia paslaugų architektūros. Jis oftens renka keletą architektų.
Εμπορικός οργανισμός που παρέχει ένα σύνολο υπηρεσιών στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Συνήθως συγκεντρώνει αρκετούς αρχιτέκτονες